Читать «Греческие народные сказки и легенды» онлайн - страница 6

Автор неизвестен

(которое хранила) για την ανάγκη (на случай нужды: "для нужды") και το έδωσε στο παλικάρι (и его дала мόлодцу).

Την άλλη μέρα (на следующий день) σέλωσαν το πιο δυνατό άλογο (оседлали самого сильного коня) και το παλικάρι (и мόлодец), αφού φίλησε τη βασιλοπούλα (когда поцеловал царевну), πήρε το δρόμο (пустился в путь: "взял дорогу") για το μακρύ ταξίδι (в долгое путешествие: "для долгого путешествия").

Το βράδυ η βασιλοπούλα έψαξε βαθιά στο σεντούκι, βρήκε ένα βοτάνι που το φύλαγε για την ανάγκη και το έδωσε στο παλικάρι.

Την άλλη μέρα σέλωσαν το πιο δυνατό άλογο και το παλικάρι, αφού φίλησε τη βασιλοπούλα, πήρε το δρόμο για το μακρύ ταξίδι.

Σαν βράδιασε για τα καλά, βρέθηκε (когда совсем потемнело, оказался: "нашёлся"; βρίσκομαι) σε μια πολιτεία (в одном городе). Βρήκε (застал: "нашёл") μαζεμένους τους ανθρώπους (собравшихся людей) γύρω απ' τη βρύση της πλατείας (вокруг родника площади).

Τι γυρεύεις (зачем ты пришёл: "что ищешь"), ξένε (чужестранец), στα μέρη μας; (в нашей местности?) τον ρώτησαν (его спросили).

Πάω να πάρω (еду, чтобы взять) τις τρεις χρυσές τρίχες (три золотых волоса) του Δράκου της Ανατολής (Дракона Востока).

Σαν πας και βρεις το Δράκο (когда пойдёшь и найдёшь Дракона), ρώτα τον (спроси его) γιατί στερεύει το νερό (почему иссякает вода) της βρύσης μας (родника нашего) κάθε βράδυ (каждый вечер), του είπαν (ему сказали).

Σα βράδιασε για τα καλά, βρέθηκε σε μια πολιτεία. Βρήκε μαζεμένους τους ανθρώπους γύρω απ' τη βρύση της πλατείας.

Τι γυρεύεις, ξένε, στα μέρη μας; τον ρώτησαν.

Πάω να πάρω τις τρεις χρυσές τρίχες του Δράκου της Ανατολής.

Σαν πας και βρεις το Δράκο, ρώτα τον γιατί στερεύει το νερό της βρύσης μας κάθε βράδυ, του είπαν.

Την άλλη μέρα (на следующий день) συνέχισε το δρόμο του (продолжил дорогу свою = свой путь) και με το σούρουπο (и с сумерками) βρέθηκε (оказался: "нашёлся") σε μια άλλη πολιτεία (в другом городе). Εκεί (там) οι άνθρωποι ήταν μαζεμένοι (люди были собравшиеся) γύρω από μια μηλιά (вокруг одной яблони) που τα μήλα της (яблоки которой: "которой яблоки её") σάπιζαν (гнили).

Για πού το έβαλες (куда ты идёшь), ξένε; (чужестранец?) τον ρώτησαν (его спросили).

Πάω να πάρω (еду, чтобы взять) τις τρεις χρυσές τρίχες του Δράκου της Ανατολής (три золотых волоса Дракона Востока).

Σαν πας και βρεις το Δράκο (когда пойдёшь и найдёшь Дракона), ρώτα τον (спроси его) γιατί σαπίζουν τα μήλα (почему гниют яблоки) της μηλιάς μας (яблони нашей).

Την άλλη μέρα συνέχισε το δρόμο του και με το σούρουπο βρέθηκε σε μια άλλη πολιτεία. Εκεί οι άνθρωποι ήταν μαζεμένοι γύρω από μια μηλιά που τα μήλα της σάπιζαν.

Για πού το έβαλες, ξένε; τον ρώτησαν.

Πάω να πάρω τις τρεις χρυσές τρίχες του Δράκου της Ανατολής.

Σαν πας και βρεις το Δράκο, ρώτα τον γιατί σαπίζουν τα μήλα της μηλιάς μας.

Μόλις χάραξε η μέρα (как только рассвёл день), συνέχισε το δρόμο του (продолжил дорогу свою = свой путь) κι έφτασε σ' ένα ποτάμι (и пришёл к одной реке). Εκεί ήταν ένας βαρκάρης (там был один лодочник; η βάρκα – лодка). Την ώρα (в /то/ время) που τον περνούσε απέναντι (когда его переправлял напротив), τον ρώτησε (/лодочник/ его спросил) πού πάει (куда идёт).